Τετάρτη 26 Μαΐου 2010

Από τον "Καποδίστρια" στον "Καλλικράτη", του Κ. Γκότση

Διαβάστε ένα πολύ ενδιαφέρον και τεκμηριωμένο κείμενο του Κώστα Γκότση γύρω από τις μεταρρυθμίσεις στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Επίσης σχετικά με τον Καλλικράτη να θυμίσουμε ότι συνεχίζει για 28η ημέρα την απεργία πείνας ο δήμαρχος ελληνικού Χ. Κορτζίδης παρόλο το πέπλο σιωπής που έχουν επιβάλει τα ΜΜΕ έχοντας όμως την αμέριστη των δημοτών του Ελληνικού και πολλών κινήσεων πολιτών (δείτε και εδώ).

(Θα επανέλθουμε στο θέμα με σχόλιο για δημοτικό συμβούλιο Άργους και το Καλλικράτη)


ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ



Από τον «Καποδίστρια» στον «Καλλικράτη». Μήπως οδηγούμαστε στο τέλος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης;


Εισαγωγικά: αρμοδιότητες – διαφάνεια.



Στην Ελλάδα, από τα μεταπολιτευτικά τουλάχιστον χρόνια, υπάρχει μια διάχυτη αίσθηση, ότι «κάτι δεν πάει καλά» στη Κρατική Διοίκηση και στην Αυτοδιοίκηση. Την άποψη αυτή, προωθούν, μεταξύ των άλλων, ορισμένοι δημοσιογράφοι και πολιτικοί. Όμως, ποτέ συνήθως δεν αναφέρεται συγκεκριμένα και με επιχειρήματα τι είναι αυτό «που δεν πάει καλά» και ποιες είναι οι αιτίες αυτής της κατάστασης. Το ίδιο και οι διαδοχικές Κυβερνήσεις, δηλαδή τα δύο κόμματα που κυβερνούν από το 1974 μέχρι σήμερα, δεν συζητούν, τι είναι αυτό που «δεν πάει καλά», γιατί δεν πάει καλά, τι πρέπει να γίνει για να πάει καλά, ποιους στόχους θέτουν.


Ειδικά όμως ως προς την Τοπική Αυτοδιοίκηση ασκείται συνεχώς τα τελευταία χρόνια μια κριτική, η οποία επικεντρώνεται κυρίως σε θέματα αποτελεσματικότητας και διαφάνειας. Τι όμως ακριβώς συμβαίνει; Ποια είναι τα θέματα εκείνα στα οποία η Αυτοδιοίκηση είναι αναποτελεσματική; Ουσιαστικά, η Τοπική Αυτοδιοίκηση χλευάζεται, ακόμη και από τους εκπροσώπους της Κεντρικής Κρατικής Διοίκησης, επειδή δεν υλοποιεί στο χώρο της, υποθέσεις, που όμως δεν της ανήκουν, αλλά ανήκουν αποδεδειγμένα στο Κράτος! Αναφερόμαστε εδώ στις κρατικές υποθέσεις (ή στις «αρμοδιότητες που συνιστούν αποστολή του Κράτους», όπως αναφέρει το άρθρο 102 του Συντάγματος). Χαρακτηριστικά αναφέρουμε, στην κατηγορία αυτή, τα σκουπίδια, το νερό και το οδικό δίκτυο. Και οι τρεις όμως αυτές υποθέσεις υπάγονται στην κατηγορία των κρατικών υποθέσεων και το Κράτος όφειλε και οφείλει να τις διαχειρίζεται, με την έννοια ότι αυτό οφείλει να λαμβάνει τις αποφάσεις για το σχεδιασμό και την υλοποίησή τους. Για παράδειγμα, στο θέμα των σκουπιδιών, ένα Δήμος, ή μια Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, ελάχιστα πράγματα μπορεί να κάνει στον τομέα της διαχείρισης των απορριμμάτων, εφόσον η διαχείριση και ο σχεδιασμός γίνεται στο πλαίσιο του Εθνικού και του Περιφερειακού σχεδιασμού, ο οποίος αποφασίζεται από τα κρατικά όργανα. Ένα Δήμος μετά το 2003 δεν μπορούσε, για παράδειγμα να προχωρήσει από μόνος του στη δημιουργία Χώρου Υγειονομικής Ταφής (ΧΥΤΑ) ή Χώρου Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων (ΧΥΤΥ). Όλα αυτά πλέον καθορίζονται, σ’ όλες τις Περιφέρειες της χώρας, από τα Περιφερειακά Σχέδια Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων. Στην περίπτωση της Περιφέρειας Πελοποννήσου εκδόθηκε, στο πλαίσιο το 2005, η υπ’ αριθμ. 486/10-2/2005 απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Πελοποννήσου, «Έγκριση Περιφερειακού Σχεδίου Διαχείρισης Στερεών Αποβλήτων (ΠΕΣΔΑ) Περιφέρειας Πελοποννήσου».


Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, ειδικά για το Νομό Αργολίδας προβλέπεται: «Ο Ν. Αργολίδας αντιμετωπίζεται ως ενιαία Διαχειριστική Ενότητα. Η διάθεση των Αστικών Στερεών Αποβλήτων (Α.Σ.Α.) θα γίνεται σε ένα κεντρικό ΧΥΤΑ για όλο το νομό. Ανάλογα με τη θέση του ΧΥΤΑ που θα επιλεγεί, θα κατασκευαστούν και οι τυχόν απαιτούμενοι Σταθμοί Μεταφόρτωσης Απορριμμάτων, ένας ή περισσότεροι».


Τα ίδια ισχύουν για τη διαχείριση του νερού, αλλά και για τον σχεδιασμό και την κατασκευή του οδικού δικτύου. Για όλα δε αυτά τα θέματα, τα οποία αυτονόητα ανήκουν στην αρμοδιότητα του Κράτους, ζητούνται ευθύνες από τους Δήμους! Κατά «περίεργο» δε τρόπο ξεχνούν όλοι αυτοί τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος (άρθρα 101-102), αλλά και τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία έχει επιλύσει όλα τα ζητήματα αυτά.


Μάλιστα και κάποιοι πολίτες καλοπροαίρετα ζητούν ευθύνες από τους Δήμους, για τα παραπάνω θέματα, δεδομένου ότι το Κράτος έχει κατορθώσει να προκαλέσει μια τεράστια σύγχυση ως προς το θέμα των αρμοδιοτήτων (τοπικών/κρατικών). Επίσης, σε πολλές περιπτώσεις, οι ίδιοι οι εκπρόσωποι της Αυτοδιοίκησης εσφαλμένα θεωρούν ότι όλες αυτές οι αρμοδιότητες τους ανήκουν και διεκδικούν και άλλες κρατικές υποθέσεις!


Η σύγχυση αυτή προκλήθηκε και από τη σχετική πρόβλεψη του αναθεωρημένου το 2001 Συντάγματος για τη μεταβίβαση κρατικών υποθέσεων στους Ο.Τ.Α., αλλά και τη σταδιακή στην πράξη μεταβίβαση από το Κράτος στους Δήμους κρατικών αρμοδιοτήτων (π.χ. παιδικοί σταθμοί, συντήρηση σχολικών κτιρίων, δημοτική αστυνομία, «Βοήθεια στο Σπίτι», κλπ.). Οι μεταβιβάσεις των αρμοδιοτήτων αυτών γίνεται κατά τρόπο μη συστηματικό, χωρίς προγραμματισμό, χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία, χωρίς μελέτες, χωρίς την πρόβλεψη των κατάλληλων υποδομών και του προσωπικού. Μάλιστα, από τη στιγμή που μεταβιβάζονται οι κρατικές αυτές υποθέσεις στους Ο.Τ.Α. το Κράτος, κατά ένα «περίεργο» τρόπο «ξεχνάει» εντελώς το ρόλο του. Έγινε μήπως απολογισμός για τα θέματα αυτά; Πως λειτουργούν, για παράδειγμα, οι παιδικοί σταθμοί, οι οποίοι εδώ και 10 τουλάχιστον χρόνια έχουν μεταβιβαστεί από το Κράτος στους Δήμους; Εκπληρώνουν αποτελεσματικότερα το σκοπό τους σε σχέση με το παρελθόν; Τι ποσοστό νηπίων, από αυτά για τα οποία υποβάλλονται αιτήσεις, γίνονται δεκτά; Ξεπερνάει το ποσοστό αυτό το 50% των αιτήσεων; Θεωρείται, λοιπόν, επιτυχημένος ο θεσμός, όταν τα μισά νήπια ενός δήμου, σε πολλές δε περιπτώσεις και περισσότερα, δεν γίνονται δεκτά στους δημοτικούς παιδικούς σταθμούς; Έχει βελτιωθεί, με τη μεταβίβαση τους στους Δήμους, η ποιότητα των παρεχομένων από τους Δημοτικούς Παιδικούς Σταθμούς Υπηρεσιών;


Επίσης, στο θέμα της διαφάνειας οι διαδοχικές Κυβερνήσεις συνηθίζουν να αγνοούν επιδεικτικά τις σχετικές εκθέσεις και τα πορίσματα του Συνηγόρου του Πολίτη, καθώς και των άλλων Ανεξαρτήτων Αρχών, τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, τις προτάσεις επιστημόνων, ανθρώπων της δράσης, αλλά και «καθημερινών» ανθρώπων. Επίσης είναι οι ίδιοι οι εκπρόσωποι της Κεντρικής Κρατικής Διοίκησης, (Υπουργοί και Βουλευτές), οι οποίοι σε ένα μεγάλο βαθμό είναι οι ηθικοί αυτουργοί της διαφθοράς στους Δήμους και τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση. Είναι, για παράδειγμα, σε όλους γνωστό ότι το θεσμικό πλαίσιο της αυθαιρεσίας καθορίζεται από την ίδια την Εκτελεστική Εξουσία (π.χ. καθεστώς των συμβασιούχων υπαλλήλων), ενώ ταυτόχρονα είναι οι παραπάνω εκπρόσωποι της Κρατικής Διοίκησης που διαρκώς υποβάλλουν στους Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού ψηφοθηρικά αιτήματα για επίλυση. Είναι επίσης οι ίδιοι εκπρόσωποι της Κρατικής Διοίκησης οι οποίοι «πατρονάρουν» τους Δημάρχους και Νομάρχες, αλλά και τα άλλα στελέχη της Αυτοδιοίκησης, στη λογική «αυτός είναι δικός μου,...επομένως»


Η μεταρρύθμιση με το Πρόγραμμα «ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ»


Είναι γεγονός, ότι μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων, του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας, το πρώτο έχει να επιδείξει πολλαπλάσιο «έργο» στις μεταρρυθμίσεις, στο χώρο της Δημόσιας Διοίκησης. Η Νέα Δημοκρατία, κατά την πρόσφατη διακυβέρνησή της είχε, κάποια στιγμή εξαγγείλει τον «ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ 2», πλην όμως δεν προχώρησε στη μεταρρύθμιση.


Ως προς το θέμα της Πρωτοβάθμιας Αυτοδιοίκησης το ΠΑΣΟΚ, από το 1981 μέχρι σήμερα έχει προχωρήσει σε διάφορες μεταρρυθμίσεις, οι οποίες λίγο αργότερα, είτε ακυρώνονται, είτε τροποποιούνται, συνήθως από το ίδιο το ΠΑΣΟΚ!


Υπάρχει όμως μια σταθερά στις μεταρρυθμίσεις αυτές: η διαρκής προσπάθεια για συνενώσεις των δήμων και την κατάργηση των κοινοτήτων. Αυτό έγινε αρχικά μέσα από τα σχέδια για τις εθελοντικές συνενώσεις των δήμων και κοινοτήτων στη δεκαετία του 80[1] και στη συνέχεια το 1997-1998 με την εφαρμογή του προγράμματος «ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ»[2], με τον οποίο είχαμε την κατάργηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των κοινοτήτων και την αναγκαστική συνένωσή τους σε δήμους. Στη μεταρρύθμιση αυτή, είχε, μεταξύ των άλλων, προβληθεί ότι με τη σύσταση των νέων δήμων, που θα προκύψουν από τις αναγκαστικές συνενώσεις, θα υπάρξει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και λιγότερος τοπικισμός.


Το πρόγραμμα «ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ» (νόμος 2539/1997) είχε τα εξής χαρακτηριστικά:


- Οι κοινότητες καταργούνται υποχρεωτικά και συνενώνονται σε ένα ευρύτερο δήμο. Μάλιστα για να αποφύγουν το ενδεχόμενο προσφυγών στη Δικαιοσύνη[3], η κατάργηση τους ορίζεται συγκεκριμένα στο νόμο 2539/1997, ποιοι δηλαδή δήμοι και κοινότητες καταργούνται και σε ποιο νέο δήμο συνενώνονται.


- Η κοινότητα όμως, με την κατάργησή της, χάνει τα ουσιαστικότερα χαρακτηριστικά της: την αυτονομία της, το νομικό της χαρακτήρα[4], εφόσον παύει πλέον να είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, τον προϋπολογισμό της, την αυτοδιοίκησή της, μέσα από αιρετά όργανα (κοινοτικά συμβούλια) που αποφασίζουν για τις υποθέσεις του συγκεκριμένου χωριού.


- Οι δήμοι και οι ελάχιστες πλέον κοινότητες που προέκυψαν από τις αναγκαστικές συνενώσεις, καθίστανται από την έναρξη της λειτουργίας τους «καθολικοί διάδοχοι των καταργούμενων δήμων και κοινοτήτων και υπεισέρχονται αυτοδικαίως και χωρίς καμιά άλλη διατύπωση σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των δήμων και κοινοτήτων» (παρ. 11 του άρθρου 2 του νόμου 2539/1997).


- Η κοινότητα καταργείται και σε επίπεδο ορολογίας και μετατρέπεται σε «δημοτικό διαμέρισμα» και αργότερα σε «τοπικό διαμέρισμα».[5] Έτσι, ορίζεται ότι η εδαφική περιφέρεια κάθε καταργούμενου ΟΤΑ αποτελεί «υποδιαίρεση της ενιαίας εδαφικής περιφέρειας και προσδιορίζεται από τον όρο “δημοτικό ή κοινοτικό διαμέρισμα” το οποίο περιλαμβάνει και τον πληθυσμό του καταργηθέντος ΟΤΑ ή προσαρτηθέντος συνοικισμού» (παρ. 10 του άρθρου 2 του νόμου 2539/1997). Καταργείται η κοινότητα ως όρος και από το Σύνταγμα με την αναθεώρηση του 2001.


- Σε κάθε πρώην κοινότητα, δηλαδή σε επίπεδο δημοτικού διαμερίσματος, στη θέση, υποτίθεται των Κοινοτικών Συμβουλίων, προβλέπεται η λειτουργία των «Τοπικών Συμβουλίων» (άρθρο 6 του νόμου 2539/1997). Το «Τοπικό Συμβούλιο», αποτελεί μια καρικατούρα τοπικής εξουσίας. Οι υποχρεωτικά προβλεπόμενες από το νόμο αρμοδιότητες υπέρ των τοπικών συμβουλίων, περιορίζονται ουσιαστικά στο δικαίωμα γνώσης «των οικονομικών και τεχνικών στοιχείων που αφορούν τη μελέτη και εκτέλεση των έργων και προγραμμάτων», στο δικαίωμα παρακολούθησης της υλοποίησης έργων και προγραμμάτων, στο δικαίωμα εκφοράς γνώμης και διατύπωσης προτάσεων προς το δημοτικό συμβούλιο.[6]


- Προβλεπόταν επίσης και η μεταβίβαση και ορισμένων άλλων αρμοδιοτήτων στα Τοπικά Συμβούλια, η οποία όμως ανήκε στη διακριτική ευχέρεια του Δήμου, στον οποίο υπάγονταν το Τοπικό Συμβούλιο. Στην πράξη ελάχιστες φορές παραχωρήθηκαν οι επιπλέον αυτές αρμοδιότητες, ενώ τα Τοπικά Συμβούλια στην ουσία έχουν πάψει να λειτουργούν από το 1999!


Με το πρόγραμμα «ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ», το οποίο δυστυχώς κάποιοι συνεχίζουν να το βλέπουν θετικά, περισσότερο θεωρώ λόγω άγνοιας, επιτυγχάνεται οι νέοι θεσμοί που «ξεφυτρώνουν» στη θέση των καταργηθέντων κοινοτήτων και των κοινοτικών συμβουλίων (τα τοπικά συμβούλια δηλαδή των δημοτικών / τοπικών διαμερισμάτων), να έχουν λιγότερες αρμοδιότητες από αυτές που έχει ένα τυχαίος δημότης, αλλά ακόμη και ένας μη μόνιμος κάτοικος του συγκεκριμένου χωριού. Έτσι, ενώ ο δημότης, (αλλά και ο μη μόνιμος κάτοικος ενός Δήμου, εφόσον αποδείξει ότι έχει έννομο συμφέρον, λόγω του ότι είναι ιδιοκτήτης π.χ. παραθεριστικής κατοικίας), έχει όλα δικαιώματα που έχει ένας δημότης, όπως π.χ. να προσφεύγει στα δικαστήρια για την ακύρωση μιας απόφασης του Δήμου, ή της Περιφέρειας ή του Κράτους βλαπτικής για το χωριό του (π.χ. μια απόφαση που προσβάλλει το φυσικό περιβάλλον), το Τοπικό Συμβούλιο, ως στερούμενο νομικής προσωπικότητας δεν έχει αυτή τη δυνατότητα. Επίσης, ενώ ο οποιοσδήποτε δημότης, αλλά και μη μόνιμος κάτοικος, μπορεί να διαθέσει κάποιο χρηματικό ποσό για την επίτευξη των στόχων του, το Τοπικό Συμβούλιο δεν έχει προϋπολογισμό!


Προβλήθηκε με το πρόγραμμα «ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ» ότι οι νέοι Δήμοι που προέκυψαν τότε, (στις εκλογές του 1998), θα ενισχύονταν με επιστημονικό προσωπικό (πολιτικούς μηχανικούς, οικονομολόγους, γεωπόνους κλπ). Ελάχιστα όμως χρόνια αργότερα διαπιστώθηκε ότι αφενός οι περισσότεροι από αυτούς τους υπαλλήλους είχαν μεταταγεί από τους μικρούς και απομακρυσμένους Δήμους σε μεγαλύτερους και κεντρικότερους, αφετέρου ότι οι εναπομείναντες σ’ αυτούς, αλλά και οι μεταταγέντες ελάχιστα βελτίωσαν την κατάσταση. Κανένας απολογισμός δεν έγινε ποτέ για την υπηρεσιακή διάρθρωση και το προσωπικό των Δήμων. Πως, για παράδειγμα, θα μπορούσαν να οργανωθούν καλύτερα οι Τεχνικές Υπηρεσίες των Δήμων; Πως θα μπορούσαν να προσφέρουν οι γεωπόνοι των Δήμων σε συνεργασία μ’ αυτούς της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης κλπ.


Τι απομένει άραγε από το πρόγραμμα «ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ» ως απολογισμός; Βελτιώθηκαν τα πράγματα στην Αυτοδιοίκηση; Οι μεγαλύτεροι δήμοι είναι εξ ορισμού πιο αποτελεσματικοί από τους μικρότερους; Έχουν αυτοί οι μεγάλοι δήμοι επιλύσει τα προβλήματα και ανταποκρίνονται επαρκώς στις αρμοδιότητες που τους έχουν ανατεθεί; Έλυσαν, για παράδειγμα, οι μεγάλοι δήμοι το θέμα του νερού και των σκουπιδιών; Αν κάποιος δήμος έχει λάβει πιστοποίηση των υπηρεσιών με ISO, είναι μήπως πιο αποτελεσματικός και έχει λιγότερη διαφθορά από αυτόν που δεν έχει πάρει ISO;


Υπήρξε διαδημοτική συνεργασία και σε ποιο βαθμό αυτή προχώρησε; Γιατί άραγε δεν υπήρξε σε μεγαλύτερο βαθμό; Πως λειτούργησαν θεσμοί διαδημοτικής συνεργασίας, αλλά και συνεργασίας των δήμων με τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση και τους κρατικούς φορείς, όπως οι προγραμματικές συμβάσεις; Πως λειτούργησε ο θεσμός των Συνδέσμων των Ο.Τ.Α. εθελοντικών, αλλά και αναγκαστικών; Το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο γιατί δεν λειτούργησε αποτελεσματικότερα; Βοήθησε και ενίσχυσε η Κρατική Διοίκηση την εθελοντική συνεργασία των Ο.Τ.Α.;


Και ενώ λοιπό κανένας απολογισμός δεν έγινε για το Πρόγραμμα «ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ», η Κυβέρνηση επισπεύδει την ψήφιση του σχεδίου «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ», το οποίο σαρώνει και εξαφανίζει τόσο την Πρωτοβάθμια όσο και τη Δευτεροβάθμια Αυτοδιοίκηση. Καταπατώντας βάναυσα τη διοικητική αυτοτέλεια των υπαρχόντων Ο.Τ.Α., εφόσον τους καταργεί χωρίς τη βούλησή τους και σε πολλές περιπτώσεις παρά την εκφρασμένη αντίθετη βούλησή τους. Μεταφέροντας και νέες κρατικές υποθέσεις στους Ο.Τ.Α., κατά παράβαση των διατάξεων του Συντάγματος και της νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Καταργώντας την έννοια της «τοπικής υπόθεσης», αφού πλέον ο Δήμος θα λειτουργεί σε επίπεδο επαρχίας[7]. Μη διασφαλίζοντας τις θέσεις των εργαζομένων στην Αυτοδιοίκηση, ενώ πολλοί από αυτούς, ειδικά οι υπάλληλοι των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων, θα υποχρεωθούν να εργαστούν σε άλλο νομό! Ενισχύοντας το Δημαρχοκεντρικό σύστημα, όπου ο Δήμαρχος και οι ορισμένοι από αυτόν Αντιδήμαρχοι θα λειτουργούν στην πράξη κατά τρόπο ανεξέλεγκτο. Εισάγοντας νέα όργανα διοίκησης και διαβούλευσης, τα οποία στην πράξη θα είναι αδύνατο να λειτουργήσουν, ενώ ταυτόχρονα με τη θέσπισή τους θα αποδυναμωθεί ο ρόλος του Δημοτικού Συμβουλίου, του μόνου δηλαδή συλλογικού οργάνου που εκλέγεται από τις δημοτικές εκλογές.


Η Κυβέρνηση, για μια ακόμη φορά εμφανίζεται να λειτουργεί ως λογιστής, αφού συνεχώς διακηρύσσει, απόψεις όχι απλώς τεχνοκρατικές, αλλά επικίνδυνες για τη Δημοκρατία, ότι δηλαδή από το σχέδιο «ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ» θα εξοικονομούμε το χρόνο ένα και κάτι δισεκατομμύρια ευρώ. Αλήθεια τι θα συνέβαινε, πόσο δημοκρατικό θα ήταν, εάν κάποιοι έλεγαν να μειωθούν οι βουλευτές στους 50 για να εξοικονομήσουμε επίσης ένα σοβαρό χρηματικό ποσό;


Κώστας Γκότσης




[1] Ο νόμος 1416/1984 προέβλεπε τις εθελοντικές συνενώσεις των ΟΤΑ, ενώ ο νόμος 1622/1986 «την ιδιότυπη μερικώς αναγκαστική συνένωση, εφόσον αποφάσιζαν θετικά τα 3/5 των ΟΤΑ της (γεωγραφικής) περιοχής και αντιπροσώπευαν περισσότερο από το 50% του όλου πληθυσμού» (Ν. Κ. Χλέπας, «Παρελθόν και μέλλον των συνενώσεων ΟΤΑ στην Ελλάδα», Επιθεώρηση Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τεύχος 92, Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 1997, σ. 86. Σύμφωνα με τον Ν. Κ. Χλέπα , με το νόμο 1622/1986, προβλέπονταν η διαδικασία πραγματοποίησης συνενώσεων, «στα πλαίσια ειδικά προσδιορισμένων χωρικών ενοτήτων που ονομάστηκαν “γεωγραφικές ενότητες”». Όμως λίγες συνενώσεις προέκυψαν από τους δύο αυτούς νόμους «Έτσι, μέχρι το 1997 προέκυψαν 49 συνενώσεις 123 παλαιών ΟΤΑ με βάση το νόμο 1416/1984 και 59 συνενώσεις 246 παλαιών ΟΤΑ με βάση το νόμο 1622/1986». Οπ. π., σ. 87.


[2] Πρόκειται για το νόμο 2539/1997, (ΦΕΚ 244/4-12-1997, τεύχος Α΄)


[3] Αίτηση ακυρώσεως στο Συμβούλιο της Επικρατείας δεν μπορούσε να ασκηθεί, δεδομένου ότι οι κοινότητες καταργούνταν με νόμο και όχι με υπουργική απόφαση ή προεδρικό διάταγμα. Για να μην κινδυνεύσουν και στο μέλλον από παρόμοιες προσφυγές, φρόντισαν να εξαλείψουν την έννοια της κοινότητας και από το Σύνταγμα. Έτσι, η διάταξη του άρθρου 101 του Συντάγματος, η οποία όριζε ότι τον πρώτο βαθμό της πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης αποτελούν οι δήμοι και οι κοινότητες, αναθεωρήθηκε το 2001, με την εξάλειψη τόσο του όρου κοινότητα, όσο και του όρου δήμος. Πλέον, στο Σύνταγμα, γίνεται αναφορά μόνο στον πρώτο και στο δεύτερο βαθμό.


[4] Αντίστοιχης έμπνευσης νομοθετική μεταρρύθμιση είχαμε από τον εισηγητή του ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ Αλέκο Παπαδόπουλο και στα Νοσοκομεία, όταν αυτός διετέλεσε Υπουργός Υγείας. Τότε τα νοσοκομεία από Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου μετατρέπονται σε «αποκεντρωμένες μονάδες του ΠΕ.Σ.Υ., δηλαδή από νομικά πρόσωπα μετατρέπονται σε ... ανύπαρκτα πρόσωπα.


[5] Ο όρος «Δημοτικό Διαμέρισμα» της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ αντικαθίσταται από τον όρο «Τοπικό Διαμέρισμα» από την Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.


[6] προβλέπεται ειδικότερα η δυνατότητα διατύπωσης προτάσεων στα πλαίσια της κατάρτισης του τεχνικού προγράμματος του δήμου για τα εκτελεστέα έργα και προγράμματα που αφορούν στην περιφέρειά του» (άρθρο 6, παρ.1, β)


[7] Για το θέμα των αρμοδιοτήτων βλ. την εισήγηση της Συμβούλου του Συμβουλίου της Επικρατείας Μαρίας Καραμανώφ, με θέμα «Πρόγραμμα Καλλικράτης: Ζητήματα Συνταγματικότητας», στην ημερίδα που διοργάνωσε το «Επιμελητήριο Περιβάλλοντος και Βιωσιμότητος», http://www.environ-sustain.gr/main.htm

Δεν υπάρχουν σχόλια:

linkwithin

Related Posts with Thumbnails