Εξαιρετικό άρθρο του Δρόμου της Αριστεράς που κυκλοφόρησε εκτάκτως την Παρασκευή.
Ο συστημισμός… προωθεί την «ανανέωση» της πολιτικής ζωής
...και η μη διαχειρίσιμη αμφισβήτηση μετρά τη σχέση της με την Αριστερά. Του Γιάννη Τσούτσια
Το ότι η επικαιρότητα γίνεται ολοένα και
πιο αντιφατική και πιο δυσανάγνωστη, τόσο σε ό,τι αφορά τα καθημερινά,
αλλά και σε όσα τείνουν να καταστούν μονιμότερα, αποτελεί πλέον κοινή
διαπίστωση. Και οι δημοσκοπήσεις αυτό έδειξαν. Κολλήσαμε! Η καθίζηση στο
κίνημα αλλά και στη λαϊκή διαθεσιμότητα είναι ορατή. Όπως και το
γεγονός ότι αυτή συνοδεύεται από μια αυξανόμενη διάθεση καθολικής
απόρριψης, που υποστρέφει περισσότερο σε απογοήτευση παρά σε οργή, όσο
κι αν η τελευταία παραμένει κοντά στο σημείο βρασμού.
Εν ολίγοις, διερχόμαστε τη φάση όπου ξεσπούν τα αδιέξοδα από την παράκαμψη του αιτήματος διαμόρφωσης ενός αριστερού ρεύματος κοινωνικοπολιτικής διεξόδου. Αιτήματος επιτακτικού, σε όλα τα επίπεδα, που βιώνεται εντονότερα από το πιο πολιτικοποιημένο τμήμα της κοινωνίας. Ταυτόχρονα, βιώνονται και οι συνέπειες της ακινησίας, νομιμοποιημένης από τη θεωρία της αυτόματης πτώσης Σαμαρά, που έδωσε τη δυνατότητα στη Δεξιά να σχεδιάσει απερίσπαστη την ανασύνταξή της. Είμαστε, δηλαδή, μακριά από την απαίτηση για έναν πολιτικό λόγο διεξόδου.
Εν τω μεταξύ, ο Σαμαράς προχωρεί απερίσπαστος, ξεδιπλώνοντας τακτικές. Ευθυγράμμισε τη Δεξιά σ’ ένα και μόνο στρατόπεδο. Σταθεροποιήθηκε στην κυβέρνηση (στα όρια πάντα του εφικτού και μέχρι εκεί που του επιτρέπει η κυριαρχούσα αποδιαρθρωτική ρευστότητα). Επιχειρεί την ιδεολογική οχύρωση του συστημισμού, μέσω της θεωρίας των άκρων, και κλιμακώνει τη σκλήρυνση, δηλαδή, την αύξηση της βίας σε κάθε επίπεδο. Τώρα επιτίθεται επιλεγμένα στη συνδικαλιστικά συγκροτημένη κοινωνία, που από «συντεχνία» έγινε «ομάδα συνδικαλιστών», υποβοηθούμενος από τη φθορά και την απονομιμοποίηση στα μάτια όλης της κοινωνίας μιας ορισμένου τύπου συνδικαλιστικής δράσης. Τέλος, τα ελάχιστα που θα περισσέψουν από το πακέτο της δόσης, διανέμονται με επικοινωνιακά αποδοτικό τρόπο και σύμφωνα με προκαθορισμένες προτεραιότητες. Έτσι, δόθηκε μέρος των οφειλομένων στους αγρότες, στο χώρο των οποίων εκτιμάται ότι θα ενισχυθεί η επιρροή της Ν.Δ. περισσότερο από οπουδήποτε αλλού.
Το μεγάλο κόλπο, όμως, είναι άλλο. Είναι η «ανανέωση» της πολιτικής ζωής.
Δηλαδή του προσωπείου και της υπόστασης που θα ενδυθεί στο άμεσο μέλλον ο συστημικός πολιτικός κόσμος. Αφού η Αριστερά αποφάσισε να αποσυρθεί απ’ αυτά, αγνοώντας το αίτημα για τη συντριβή του πολιτικού συστήματος και την ανασύστασή του σε άλλη βάση, αίτημα που υποστασιοποιεί το αντιμνημονιακό κίνημα και του δίνει πολιτική προοπτική, φτάσαμε στο σημείο, ποιος, ο Σαμαράς, να επιχειρεί τη διάσωση του φθαρμένου πολιτικού συστήματος στο όνομα της ανανέωσής του! Εκλογικός νόμος, διαχωρισμός Βουλής και Εκτελεστικού, νέα κόμματα, αλλαγή των εκλογικών περιφερειών, είναι κάποια από αυτά που συζητιούνται. Σ’ αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η βολική εξόντωση του Καμμένου.
Την ίδια ώρα, η Αριστερά επιμένει να παραβλέπει πως η νέα καθεστωτική μνημονιακή περίοδος θα απαιτούσε μια αντίστοιχα νέα πολιτική συγκρότηση.
Επιμένει να ενισχύει μια πεθαμένη πολιτική γεωμετρία, διευκολυντική του συστήματος, αγνοώντας την πόλωση της ιστορικής περιόδου και εμμένοντας στην υφιστάμενη ισορροπία. Ούτε η ίδια μοιάζει να πιστεύει ότι το Μνημόνιο τα άλλαξε όλα και πρώτα απ’ όλα τις πολιτικές ταυτότητες. Έτσι, ακόμη αντιλαμβάνεται τον Καμμένο ως ακροδεξιό, όχι όμως τον Σαμαρά. Τοποθετεί τον Κουβέλη κάπου στο Κέντρο, (αφού τουλάχιστον, του έκανε τη χάρη να τον εξοβελίσει από την Αριστερά) και ποτέ δεν τον χαρακτηρίζει ως «ακραίο». Οδηγούμαστε έτσι να πιστέψουμε ότι ακόμη κι αυτή η μνημονιακή πολιτική, δεν συνιστά ακρότητα!
Η Αριστερά των 23 Γενικών Απεργιών βασίζει την προοπτική της όχι στη δύναμη της πρότασής της, των θέσεων και του πολιτικού προσανατολισμού που θα έπρεπε να δώσει, αλλά στο ότι το… 24ο κύμα των μέτρων, θα παροξύνει και πάλι την οργή στο έπακρο και θα κατεδαφίσει τις προσπάθειες του Σαμαρά.
Μέσα σ’ όλα αυτά, ελπιδοφόρο παραμένει το μη διαχειρίσιμο τμήμα της Αμφισβήτησης. Αυτό που καταγράφεται πεισματικά στις δημοσκοπήσεις ως «Κανένας», συνενώνοντας ριζοσπαστικά, αλλά και αντιφατικά στοιχεία. Είναι το τμήμα της κοινωνίας που θα επηρεάσει καθοριστικά τις εξελίξεις. Ο ευρωσκεπτικισμός που ανεβαίνει εντυπωσιακά, αλλά δεν ζητάει την έξοδο από την Ευρώπη, απαιτώντας το δύσκολο, αψηλάφιστο δρόμο, μιας άλλης ευρωπαϊκής πολιτικής. Εκείνοι που καταλογίζουν ευθύνη στο ευρώ, αλλά δεν επιμένουν σήμερα στο αίτημα της εξόδου (όχι γιατί είναι βολεμένα και διστακτικά μεσοστρώματα), σταθμίζοντας τη συνθετότητα του εγχειρήματος και τις ελλείπουσες προϋποθέσεις. Και οι άλλοι, που ενώ απαιτούν έξοδο από το ευρώ, δεν ενισχύουν την Αριστερά της εξόδου (υπερδιπλάσιο το ποσοστό τους από τα δημοσκοπικά της ποσοστά), στέλνοντας μηνύματα για έλλειψη αξιοπιστίας και για στενούς ορίζοντες.
Μέσα από τέτοιους δύσβατους δρόμους η αμφισβήτηση συνεχίζει να συνειδητοποιείται, αβοήθητη, επάγεται και προσανατολίζεται μέσα από διαρκείς αντιφάσεις. Ποιος όμως είπε ότι τα πράγματα θα είναι εύκολα; Το θέμα είναι η Αριστερά τι κάνει…
Εν ολίγοις, διερχόμαστε τη φάση όπου ξεσπούν τα αδιέξοδα από την παράκαμψη του αιτήματος διαμόρφωσης ενός αριστερού ρεύματος κοινωνικοπολιτικής διεξόδου. Αιτήματος επιτακτικού, σε όλα τα επίπεδα, που βιώνεται εντονότερα από το πιο πολιτικοποιημένο τμήμα της κοινωνίας. Ταυτόχρονα, βιώνονται και οι συνέπειες της ακινησίας, νομιμοποιημένης από τη θεωρία της αυτόματης πτώσης Σαμαρά, που έδωσε τη δυνατότητα στη Δεξιά να σχεδιάσει απερίσπαστη την ανασύνταξή της. Είμαστε, δηλαδή, μακριά από την απαίτηση για έναν πολιτικό λόγο διεξόδου.
Εν τω μεταξύ, ο Σαμαράς προχωρεί απερίσπαστος, ξεδιπλώνοντας τακτικές. Ευθυγράμμισε τη Δεξιά σ’ ένα και μόνο στρατόπεδο. Σταθεροποιήθηκε στην κυβέρνηση (στα όρια πάντα του εφικτού και μέχρι εκεί που του επιτρέπει η κυριαρχούσα αποδιαρθρωτική ρευστότητα). Επιχειρεί την ιδεολογική οχύρωση του συστημισμού, μέσω της θεωρίας των άκρων, και κλιμακώνει τη σκλήρυνση, δηλαδή, την αύξηση της βίας σε κάθε επίπεδο. Τώρα επιτίθεται επιλεγμένα στη συνδικαλιστικά συγκροτημένη κοινωνία, που από «συντεχνία» έγινε «ομάδα συνδικαλιστών», υποβοηθούμενος από τη φθορά και την απονομιμοποίηση στα μάτια όλης της κοινωνίας μιας ορισμένου τύπου συνδικαλιστικής δράσης. Τέλος, τα ελάχιστα που θα περισσέψουν από το πακέτο της δόσης, διανέμονται με επικοινωνιακά αποδοτικό τρόπο και σύμφωνα με προκαθορισμένες προτεραιότητες. Έτσι, δόθηκε μέρος των οφειλομένων στους αγρότες, στο χώρο των οποίων εκτιμάται ότι θα ενισχυθεί η επιρροή της Ν.Δ. περισσότερο από οπουδήποτε αλλού.
Το μεγάλο κόλπο, όμως, είναι άλλο. Είναι η «ανανέωση» της πολιτικής ζωής.
Δηλαδή του προσωπείου και της υπόστασης που θα ενδυθεί στο άμεσο μέλλον ο συστημικός πολιτικός κόσμος. Αφού η Αριστερά αποφάσισε να αποσυρθεί απ’ αυτά, αγνοώντας το αίτημα για τη συντριβή του πολιτικού συστήματος και την ανασύστασή του σε άλλη βάση, αίτημα που υποστασιοποιεί το αντιμνημονιακό κίνημα και του δίνει πολιτική προοπτική, φτάσαμε στο σημείο, ποιος, ο Σαμαράς, να επιχειρεί τη διάσωση του φθαρμένου πολιτικού συστήματος στο όνομα της ανανέωσής του! Εκλογικός νόμος, διαχωρισμός Βουλής και Εκτελεστικού, νέα κόμματα, αλλαγή των εκλογικών περιφερειών, είναι κάποια από αυτά που συζητιούνται. Σ’ αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η βολική εξόντωση του Καμμένου.
Την ίδια ώρα, η Αριστερά επιμένει να παραβλέπει πως η νέα καθεστωτική μνημονιακή περίοδος θα απαιτούσε μια αντίστοιχα νέα πολιτική συγκρότηση.
Επιμένει να ενισχύει μια πεθαμένη πολιτική γεωμετρία, διευκολυντική του συστήματος, αγνοώντας την πόλωση της ιστορικής περιόδου και εμμένοντας στην υφιστάμενη ισορροπία. Ούτε η ίδια μοιάζει να πιστεύει ότι το Μνημόνιο τα άλλαξε όλα και πρώτα απ’ όλα τις πολιτικές ταυτότητες. Έτσι, ακόμη αντιλαμβάνεται τον Καμμένο ως ακροδεξιό, όχι όμως τον Σαμαρά. Τοποθετεί τον Κουβέλη κάπου στο Κέντρο, (αφού τουλάχιστον, του έκανε τη χάρη να τον εξοβελίσει από την Αριστερά) και ποτέ δεν τον χαρακτηρίζει ως «ακραίο». Οδηγούμαστε έτσι να πιστέψουμε ότι ακόμη κι αυτή η μνημονιακή πολιτική, δεν συνιστά ακρότητα!
Η Αριστερά των 23 Γενικών Απεργιών βασίζει την προοπτική της όχι στη δύναμη της πρότασής της, των θέσεων και του πολιτικού προσανατολισμού που θα έπρεπε να δώσει, αλλά στο ότι το… 24ο κύμα των μέτρων, θα παροξύνει και πάλι την οργή στο έπακρο και θα κατεδαφίσει τις προσπάθειες του Σαμαρά.
Μέσα σ’ όλα αυτά, ελπιδοφόρο παραμένει το μη διαχειρίσιμο τμήμα της Αμφισβήτησης. Αυτό που καταγράφεται πεισματικά στις δημοσκοπήσεις ως «Κανένας», συνενώνοντας ριζοσπαστικά, αλλά και αντιφατικά στοιχεία. Είναι το τμήμα της κοινωνίας που θα επηρεάσει καθοριστικά τις εξελίξεις. Ο ευρωσκεπτικισμός που ανεβαίνει εντυπωσιακά, αλλά δεν ζητάει την έξοδο από την Ευρώπη, απαιτώντας το δύσκολο, αψηλάφιστο δρόμο, μιας άλλης ευρωπαϊκής πολιτικής. Εκείνοι που καταλογίζουν ευθύνη στο ευρώ, αλλά δεν επιμένουν σήμερα στο αίτημα της εξόδου (όχι γιατί είναι βολεμένα και διστακτικά μεσοστρώματα), σταθμίζοντας τη συνθετότητα του εγχειρήματος και τις ελλείπουσες προϋποθέσεις. Και οι άλλοι, που ενώ απαιτούν έξοδο από το ευρώ, δεν ενισχύουν την Αριστερά της εξόδου (υπερδιπλάσιο το ποσοστό τους από τα δημοσκοπικά της ποσοστά), στέλνοντας μηνύματα για έλλειψη αξιοπιστίας και για στενούς ορίζοντες.
Μέσα από τέτοιους δύσβατους δρόμους η αμφισβήτηση συνεχίζει να συνειδητοποιείται, αβοήθητη, επάγεται και προσανατολίζεται μέσα από διαρκείς αντιφάσεις. Ποιος όμως είπε ότι τα πράγματα θα είναι εύκολα; Το θέμα είναι η Αριστερά τι κάνει…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου